- βδελύττομαι
- βδελύσσομαιfeel a loathing for foodpres ind mp 1st sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μυσάττομαι — (Α) αποστρέφομαι, βδελύσσομαι, σιχαίνομαι αηδιάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < *μυσ ακ jομαι < θ. μυσ τού μύσος «μίασμα, ακαθαρσία» με εκφραστική παρέκταση ακ. Ο χαρακτήρας κ τού θέματος εμφανίζεται στα παράγωγα τού ρήματος και με τα υπόλοιπα ουρανικά… … Dictionary of Greek
μυσαχρόν — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «μυσαρόν, μυσαχθές». [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μυσαχ τού μυσάττομαι* «αποστρέφομαι, σιχαίνομαι» (πρβλ. ἐ μυ σάχ θην) + κατάλ. ρός, ρόν (πρβλ. βδελύττομαι: βδελυχρός)] … Dictionary of Greek
ԶԱԶՐԱՆԱՄ — (ացայ.) NBH 1 0710 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 8c, 10c, 11c, 12c, 13c չ. ԶԱԶՐԱՆԱՄ μιαίνομαι foedor գրի եւ ԶԱԶՐԱՄ. որ եւ ԶԱԶՐԻԼ. Զազիր եւ գարշելի լինել. աղտեղանալ. գէշ ու գանելի ըլլալ. ... *Իբր զհանդերձս ինչ ապարահից… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)